- μεμαγμένη
- μάσσωknead: perf part mp fem nom /voc sg (attic epic ionic )
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
μεμαγμένη — μάσσω knead perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόρη — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 870 μ., 64 κάτ.) του νομού Τρικάλων. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νομού, στις ανατολικές πλαγιές του όρους Κόζιακα, 28 χλμ. Δ της πόλης των Τρικάλων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κόζιακα. * * * η (ΑM κόρη, Α ιων. τ.… … Dictionary of Greek
maĝ- — maĝ English meaning: to press; to knead Deutsche Übersetzung: “kneten, drũcken, streichen” Material: Gk. μαγῆναι, μεμαγμένη to μάσσω (to present s. menǝk “knead”), μογεύς “the Knetende”, μαγίς f. “geknetete mass”, μάγειρος… … Proto-Indo-European etymological dictionary